Τουρκία: Έξι χρόνια από το «πραξικόπημα» – Τι συνέβη από τότε
Τι συνέβη στις 15 Ιουλίου 2016 - Τι ακολούθησε στην Τουρκία - Ποιες είναι οι εκκρεμείς απαιτήσεις
Βαγγέλης Λάσκαρης ΔιεθνήΤα γεγονότα της 15ης Ιουλίου 2016, δηλαδή το «αποτυχημένο πραξικόπημα» στην Τουρκία, επιδρούν έντονα στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική της χώρας, με πρόσωπο-κλειδί τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Ας θυμηθούμε βήμα-βήμα, επισήμως, τι συνέβη εκείνη τη μέρα, αντλώντας πληροφορίες από διεθνή Μέσα Ενημέρωσης:
Η Τουρκία γνώρισε την πιο αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος στη σύγχρονη ιστορία της στις 15 Ιουλίου 2016, όταν μια μικρή ομάδα συνταγματαρχών του τουρκικού στρατού άρχισε μια συντονισμένη προσπάθεια να ανατρέψει την κυβέρνηση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Το γεγονός ήταν ένα σημείο καμπής στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας.
Τα τανκς βγήκαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης το βράδυ της 15ης Ιουλίου, καθώς στρατιώτες εισέβαλαν στα κεντρικά γραφεία του κυβερνώντος κόμματος AK και μαχητικά αεροσκάφη βομβάρδισαν το κτίριο του κοινοβουλίου στην Άγκυρα.
Ο επικεφαλής των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων Χουλουσί Ακάρ αιχμαλωτίστηκε.
Καθώς διαδόθηκε η είδηση, χιλιάδες Τούρκοι βγήκαν στους δρόμους παρά τις επιθέσεις από δυνάμεις που υποστήριζαν το πραξικόπημα, ενώ πιστοί στρατιώτες και αστυνομικές δυνάμεις αντιστάθηκαν στην εν λόγω απόπειρα.
Τουλάχιστον 251 άνθρωποι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 2.200 τραυματίστηκαν, αλλά οι στασιαστές ηττήθηκαν μέσα σε λίγες ώρες.
Η τουρκική κυβέρνηση κατηγόρησε τον Φετουλάχ Γκιουλέν, έναν Τούρκο κληρικό και επιχειρηματία που ζει αυτοεξόριστος στην πολιτεία της Πενσυλβάνια των ΗΠΑ από το 1999, ότι σχεδίασε το πραξικόπημα μαζί με τους οπαδούς του.
Ο Γκιουλέν, πρώην σύμμαχος του Ερντογάν, αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξη στο πραξικόπημα, ενώ η τουρκική κυβέρνηση αποκαλεί το δίκτυο: Τρομοκρατική Οργάνωση Φετουλάχ (FETO).
Πώς βλέπει η Τουρκία την οργάνωση του Γκιουλέν;
Από τη δεκαετία του 1990, οι κοσμικοί εθνικιστές παραλληλίζουν το κίνημα Γκιουλέν με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK) – μια σοβαρή απειλή για τα εθνικιστικά συμφέροντα της Τουρκίας.
Πάντως, οι υποστηρικτές του κόμματος AKP συμμερίστηκαν αυτήν την άποψη μόνο μετά τη διάσπαση μεταξύ της κυβέρνησης του Ερντογάν και των Γκιουλενιστών το 2013.
Έκτοτε, η Άγκυρα κατηγόρησε τους υποστηρικτές του Γκιουλέν ότι ίδρυσαν ένα «παράλληλο κράτος» που ακολουθεί τη δική του ατζέντα, διεισδύοντας στην αστυνομία, τη δικαιοσύνη, τον στρατό και άλλους κρατικούς θεσμούς.
«Η παθιασμένη αντιπάθεια και η εχθρότητα προς το κίνημα Γκιουλέν είναι ένα από τα λίγα ενωτικά χαρακτηριστικά της κυρίαρχης πολιτικής και στις δύο πλευρές του διχασμού στην Τουρκία.
«Το να αποκαλούμε την ομάδα FETO είναι μέρος της στρατηγικής απονομιμοποίησης. Όπως το PKK, από τη στιγμή που χαρακτηρίζεται τρομοκρατική ομάδα, καθίσταται δημόσια και νομικά αδύνατο να γίνει μια ειλικρινής συζήτηση σχετικά με αυτό. Οτιδήποτε εκτός από την παθιασμένη καταδίκη του μπορεί να ισοδυναμεί με προδοσία», δήλωσε ο Καραμπεκίρ Ακογιουνλού, λέκτορας Μεσανατολικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο SOAS του Λονδίνου, αναφερόμενος στο κοσμικό-θρησκευτικό, συντηρητικό χάσμα που έχει πολώσει την τουρκική κοινωνία εδώ και δεκαετίες.
Πώς απάντησε η Τουρκία στην απόπειρα πραξικοπήματος;
Η Άγκυρα κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που κράτησε για δύο χρόνια.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθησαν, ενώ τουλάχιστον 125.000 δημόσιοι υπάλληλοι, στρατιωτικό προσωπικό κι ακαδημαϊκοί απολύθηκαν ή ανεστάλησαν από τις θέσεις τους για ύποπτους δεσμούς με τον Γκιουλέν.
Πολλοί επικριτές κατηγόρησαν τον Ερντογάν ότι χρησιμοποίησε το περιστατικό για να εξοντώσει την αντιπολίτευση.
Ειπώθηκε ότι η εκκαθάριση όσων συνδέονται με το κίνημα εντός του στρατού και της δημόσιας υπηρεσίας ήταν δικαιολογημένη, αλλά τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν «αμφίβολα».
Επειδή η κυβέρνηση συνδέθηκε με τους Γκιουλενιστές πριν από το 2013, κάποιοι πληρώνονταν μέσω τραπεζών Γκιουλενιστών.
Oι εκκαθαρίσεις έφτασαν και σε άτομα που απλώς ήταν στην αντιπολίτευση.
Εκτός από την εκκαθάριση, η Τουρκία διεξήγαγε συνταγματικό δημοψήφισμα το 2017, προκειμένου να αλλάξει το πολιτικό της σύστημα από κοινοβουλευτικό σε μία εκτελεστική προεδρία.
Πραγματοποίησε τις πρώτες της εκλογές με το νέο σύστημα το 2018 και έχει προγραμματιστεί να διεξαγάγει τις επόμενες εκλογές το 2023.
Ποιες είναι οι εκκρεμείς απαιτήσεις της Τουρκίας;
Έπειτα από την απόπειρα πραξικοπήματος, η Τουρκία έχει ζητήσει την έκδοση του Γκιουλέν και των συνεργατών του στις ΗΠΑ, καθώς επίσης το κλείσιμο σχολείων και επιχειρήσεων που συνδέονται με εκείνον στο εξωτερικό.
Η σύλληψη του Γκιουλέν χαρακτηρίζεται επιτακτική από το καθεστώς, προκειμένου, όπως υποστηρίζει, να αποφευχθεί η επανάληψη των γεγονότων του 2016, ενώ παράλληλα απαιτείται από τις ΗΠΑ και άλλους δυτικούς συμμάχους να χαρακτηρίσουν την ομάδα ως τρομοκρατική οργάνωση.
Επομένως, η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της Τουρκίας εξαρτάται από την πολιτική/οικονομική της επιρροή στις ξένες κυβερνήσεις, το επίπεδο συμφωνίας με τον νομικό ορισμό της τρομοκρατίας από την Άγκυρα, όπως επίσης την άποψη των ξένων κυβερνήσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου υπό τον Ερντογάν.
Ενώ πολλές κυβερνήσεις στα Βαλκάνια και την Αφρική τελικά υποχώρησαν, σύμφωνα με τον Ακογιουνλού, τα αιτήματα έχουν «μείνει σε μεγάλο βαθμό ανεκπλήρωτα σε περιοχές όπου η επιρροή της Τουρκίας είναι λιγότερο απτή».