Αλβανοί υποστηρίζουν πως κατοίκησαν πρώτοι τη Νότια Ιταλία αντί των Ελλήνων, μία θεωρεία που βασίζεται σε μια σύνθετη ιστορική και πολιτική αφήγηση, που συχνά συνδέεται με εθνικιστικές διεκδικήσεις και ερμηνείες της ιστορίας.
Οι Έλληνες είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι αποίκισαν τη Νότια Ιταλία ήδη από τον 8ο αιώνα π.Χ., δημιουργώντας τη λεγόμενη Μεγάλη Ελλάδα (Magna Graecia). Πόλεις όπως ο Τάρας (σημερινός Τάραντας), η Σύβαρις, ο Κρότωνας, το Ρήγιον (Reggio Calabria) και η Ποσειδωνία (Paestum) ιδρύθηκαν από Έλληνες αποίκους, κυρίως από περιοχές όπως η Εύβοια, η Κρήτη, η Ρόδος και η Κόρινθος. Αυτές οι αποικίες άκμασαν πολιτιστικά και εμπορικά, αφήνοντας ανεξίτηλο σημάδι στην περιοχή, όπως φαίνεται από αρχαιολογικά ευρήματα (ναοί, θέατρα, αγάλματα) και την επιρροή της ελληνικής γλώσσας και κουλτούρας. Ακόμα και σήμερα, οι Griko, μια ελληνόφωνη μειονότητα στην Καλαβρία και την Απουλία, θεωρούνται απόγονοι αυτών των αρχαίων Ελλήνων, καθώς και μεταγενέστερων Βυζαντινών πληθυσμών, με την ελληνική τους ταυτότητα να αναγνωρίζεται επίσημα από την Ιταλία το 1999.
Οι Αλβανοί, από την άλλη πλευρά, υποστηρίζουν συχνά ότι είναι απόγονοι των Ιλλυριών, ενός αρχαίου λαού που κατοικούσε στα Δυτικά Βαλκάνια, συμπεριλαμβανομένων περιοχών της σημερινής Αλβανίας, του Μαυροβουνίου, του Κοσόβου και τμημάτων της Νότιας Ιταλίας. Σύμφωνα με αλβανικούς ιστορικούς, όπως οι Pollo και Puto, οι Ιλλυριοί έφτασαν στα Βαλκάνια γύρω στο τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ., και η παρουσία τους εκτείνεται σε περιοχές που αργότερα αποικήθηκαν από Έλληνες.
Ορισμένοι Αλβανοί εθνικιστές προχωρούν αυτή την αφήγηση, υποστηρίζοντας ότι οι Ιλλυριοί είχαν επαφές με τη Νότια Ιταλία πριν από τους Έλληνες, μέσω εμπορικών ανταλλαγών ή μετακινήσεων πληθυσμών, και ότι οι Αλβανοί, ως απόγονοί τους, έχουν προγενέστερη παρουσία στην περιοχή.
Για παράδειγμα, αναφέρουν ευρήματα όπως μαχαίρια μυκηναϊκής προέλευσης στους τύμβους της Βάιζα στην Αλβανία, τα οποία ερμηνεύουν ως απόδειξη ανταλλαγών με τον ελληνικό κόσμο, αλλά ταυτόχρονα υποστηρίζουν ότι οι Ιλλυριοί ήταν ήδη παρόντες και κυρίαρχοι στην περιοχή. Επιπλέον, η ίδρυση πόλεων όπως η Επίδαμνος (σημερινό Δυρράχιο) από Κορίνθιους και Κερκυραίους το 627 π.Χ. θεωρείται από ορισμένους Αλβανούς ως απόδειξη ότι οι Έλληνες ήρθαν σε περιοχές που ήδη κατοικούσαν Ιλλυριοί, άρα οι τελευταίοι προϋπήρχαν.
Η αλβανική θέση ενισχύεται από εθνικιστικές αφηγήσεις που αναπτύχθηκαν κυρίως από τον 19ο αιώνα και μετά, με την ανάδυση της αλβανικής εθνικής συνείδησης.
Αυτές οι αφηγήσεις συχνά επιχειρούν να συνδέσουν τους Αλβανούς με αρχαίους λαούς όπως οι Ιλλυριοί ή ακόμα και οι Πελασγοί, για να τονίσουν μια συνέχεια και πρωτοκαθεδρία στην περιοχή των Βαλκανίων και πέρα από αυτήν. Στο πλαίσιο αυτό, ορισμένοι Αλβανοί ιστορικοί ή εθνικιστές μπορεί να υποστηρίξουν ότι οι Ιλλυριοί είχαν παρουσία στη Νότια Ιταλία πριν από τους Έλληνες, ερμηνεύοντας την ιστορία με τρόπο που να εξυπηρετεί την εθνική τους ταυτότητα.
Ένα επιπλέον σημείο σύγχυσης προκύπτει από την παρουσία των Αρβανιτών στη Νότια Ιταλία. Οι Αρβανίτες, μια ομάδα ελληνικής συνείδησης που μιλούσε την αρβανίτικη διάλεκτο (συγγενική με την αλβανική), μετανάστευσαν στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία κυρίως κατά τον 15ο αιώνα, μετά την οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων. Αυτοί οι πληθυσμοί, γνωστοί ως Arbëreshë στην Ιταλία, διατήρησαν την ορθόδοξη πίστη και την ελληνική τους ταυτότητα, όπως φαίνεται από ιστορικά έγγραφα της Βενετίας, όπου περιγράφονται ως “Έλληνες από την Ήπειρο και την Πελοπόννησο”. Ωστόσο, η γλωσσική τους ομοιότητα με τους Αλβανούς οδηγεί ορισμένους σύγχρονους Αλβανούς να τους θεωρούν “Αλβανούς”, υποστηρίζοντας ότι η παρουσία τους στη Νότια Ιταλία αποδεικνύει προγενέστερη αλβανική κατοίκηση.
Αυτή η ερμηνεία, ωστόσο, είναι παραπλανητική. Οι Αρβανίτες δεν ήταν Αλβανοί με τη σύγχρονη εθνική έννοια, αλλά Έλληνες που μιλούσαν μια διάλεκτο συγγενική με την αλβανική. Η μετανάστευσή τους έγινε πολύ αργότερα από την ελληνική αποίκηση της Magna Graecia, και η ταυτότητά τους ήταν σαφώς ελληνική, όπως φαίνεται από τη γλώσσα, τη θρησκεία και τα έθιμά τους.
Διαβάστε επίσης: